30.11.05

Ενα πράγμα τη φορά

(μονόδρομος) Μεσημέρι και το ρολόι που είδα κρεμασμένο σ' έναν τοίχο φώναζε αλλά χαμπάρι δεν έπαιρνα. "Μαλάκα, θ' αργήσεις" έσκουζε, στον κόσμο μου εγώ που μιας και το 'φερε η κουβέντα δεν είναι και ο κόσμος του marlboro οπότε δεν έχει και πολλά εξοχικά και λοιπά countryside εφέ, αλλά εν πάση περιπτώσει αυτόν έχω τι να σου κάνω. Πού ήμουν; Α ναι στο ρολόι που το 'λεγε πως θ' αργήσω, άνοιξα λίγο το βήμα. Δεν ήταν ότι αν το άνοιγα (το βήμα, το 'παμε αυτό) θα έφτανα στην ώρα μου, μεσολαβούσε και ένα μετρό στην πορεία (ένα ένα θα στα πω), αλλά όταν έχεις ήδη ξεκινήσει με ένα χάντικαπ 5 λεπτών από την ώρα του προκαθορισμένου ραντεβού υποτίθεται πως πρέπει να κάνεις ό,τι περνά από το χέρι σου για να μη φτάσεις μεθαύριο. Παίρνω τηλέφωνο, συγγνώμη και τα λοιπά, άργησα να παρκάρω (μια πλευρά της αλήθειας), σε δέκα λεπτάκια (ως γνωστόν το υποκοριστικό εδώ βοηθάει) θα 'χω φτάσει, πράγμα που στο αυτί του έμπειρου συνομιλητή μεταφράζεται σε πιες μια μπίρα και 'ρχομαι. Η κουβέντα γίνεται ταυτόχρονα με το κατέβασμα στις σκάλες του σταθμού του μετρό και επειδή οι άντρες έχουμε βγάλει και αυτό το ρημάδι το κακό όνομα ότι δεν μπορούμε να κάνουμε ταυτόχρονα δύο πράγματα προσέχω ιδιαιτέρως μην γκρεμοτσακιστώ. Εδώ που τα λέμε υπάρχει εν μέρει δίκιο σε αυτή τη διαπίστωση / αφορισμό, σε ποια ταινία ήταν που στη διάρκεια του σεξ εκείνη κάπνιζε τσιγάρο; Ε, φαντάζεσαι στην ίδια κατάσταση ν' ανάψει τσιγάρο άντρας; Δεν γίνεται, πρακτικά δηλαδή δεν γίνεται ή θα γεμίσει τον τόπο στάχτες ή θα του μείνει η καρδιά στο χέρι. Ναι υπάρχει και εκείνο το γυναικείο οι άντρες δεν μπορούν να σκέφτονται και να μασούν τσίχλα μαζί, αιδοιοκρατικές αντιλήψεις τι να πεις δύσκολος ο κόσμος για τ' αρσενικά. Πού ήμουν; Α ναι, κατεβαίνω λοιπόν τις σκάλες μιλάω στο τηλέφωνο και παράλληλα πάω να αγοράσω εισιτήρια. Παίρνω τα εισιτήρια φεύγω, ακούω τον υπάλληλο να κοπανάει τα ρέστα σε εκείνη τη μεταλλική υποδοχή, γυρίζω πίσω, ευχαριστώ του λέω, τι μ' ευχαριστάς ρε μου λέει ο άλλος στο τηλέφωνο, όχι εσένα τον υπάλληλο του απαντάω, ποιον υπάλληλο με ρωτάει, ώρα να μου κάνεις και σκηνή... Συνεχίζω την κουβέντα-αράδιασμα δικαιολογιών / παπαρολογία φτάνω στην κυλιόμενη σκάλα τσουλάει η σκάλα τσουλάω και 'γω σε αρμονία μαζί της. Κλείνω το τηλέφωνο, όχι ρε γαμώτο ξέχασα να ακυρώσω (κανονικά επικυρώσω είναι) το εισιτήριο. Και τώρα; Πρέπει να περιμένω να φτάσω στο τέρμα της σκάλας και μετά να ανεβώ την απλή σκάλα, ξέρεις, τη μονοκόμματη, αυτή που δεν κουνάει ρούπι. Αντ' αυτού γυρίζω και ανεβαίνω την κυλιόμενη ανάποδα. Μια κυρία που μιλάει με μια φίλη της στην κορυφή και ετοιμάζεται να κατεβεί βλέπει με ένα βλέμμα τρόμου ανάμεικτου με συμπόνοια έναν τρελό να κάνει το χάμστερ από περίπου το 1/3 της σκάλας. Οχι, προσπάθησε να πας ανάποδα μια κυλιόμενη σκάλα. Πρώτα πρώτα δεν μπορείς να πιάσεις ρυθμό, αν δεν κοιτάς και τα σκαλιά έτοιμος είσαι για σαβούριασμα. Μετά, αν κοιτάς τα σκαλιά κάπως σαν ν' αρχίζεις να τα χάνεις και γρήγορα καταλαβαίνεις πως ο ρυθμός που πρέπει να πιάσεις για να πας με επιτυχία κόντρα στο ρεύμα πρέπει να είναι λιγότερο από διπλάσιος από εκείνον που τσουλάνε τα σκαλιά. Αλλιώς, κάνεις το χάμστερ. Με δυο τρία μεγάλα βήματα πουμπορώ να στα περιγράψω και σαν πήδους αλλά δεν ήταν ακριβώς πήδοι σε δρασκελιές έφερναν φτάνω στην κορυφή και εκεί υπάρχει άλλος κίνδυνος, όταν φτάσεις στο σταθερό σημείο υπάρχει μια περίεργη λειτουργία της αδράνειας κάπως σαν να σε ρίχνει μπροστά. Τόσο απορροφημένος που ήμουν δεν πρόλαβα να δω αν οι δύο κυρίες είχαν πέσει τανάσκελα γελώντας. Πάντως τα κατάφερα, μάλλον γιατί δεν μιλούσα στο τηλέφωνο...

Δεν υπάρχουν σχόλια: