9.8.06

Προσεχώς καρπούζι μενταγιόν

(εμ, τι περίμενες προχωράει ο κόσμος)

Και έρχονται εκείνες οι στιγμές που αισθάνεσαι σαν τον Κόκορα του Αρκά που όταν ένα κλωσόπουλο του ζήτησε μπάφο εκείνος σκέφτηκε πως μάλλον είναι πολύ καιρός που έλειπε από τον κόσμο και έχει χάσει τις εξελίξεις. Σου λένε, λοιπόν, να βάλεις το καρπούζι στο ψυγείο. Μπελάς, αν το έχεις κάνει μια φορά και αν δεν έχεις τζάμπο ψυγείο καταλαβαίνεις.

Ανοίγεις το ψυγείο, κάνεις μια διευθέτηση των πραγμάτων που είναι μέσα, τα φρούτα που τα ‘χες κάτω τα στέλνεις στην κορυφή μαζί με τα βούτυρα και τα τυριά, στριμώχνεις όπως όπως τα μπουκάλια να κάνεις χώρο να μπει το τέρας στη συντήρηση. Πρέπει να το κάνεις και στα γρήγορα μη χάσει τη δροσιά του το ψυγείο και αρχίσει να μυξοστάζει, άσε που θα διαμαρτυρηθούν τα αυγά...

Εχεις φτιάξει, λοιπόν, τον απαιτούμενο χώρο και πας να βάλεις μέσα τον καρπό που κάθε φορά που τον βλέπεις παραδέχεσαι τη σοφία της μητέρας Φύσης που δεν έκανε τις καρπουζιές ψηλές σαν δέντρα, να πέφτουν τα φρούτα και να θερίζουν κόσμο και ντουνιά, ενιγουέι τι έλεγα; Α ναι, πας να βάλεις το καρπούζι στο ψυγείο.

Κοιτάς τις σακούλες απ’ το μανάβη, μωρέπου ‘ν’ το το θηρίο; Οσο να ‘ναι ένα καρπούζι σε μια κουζίνα δεν μπορεί να παραπέσει, θέλω να πω, εντάξει, μπορεί να κυλήσει αλλά, διάολε, και μυωπία να ‘χεις, του πούστη, θα το δεις το ρημάδι, δεν είναι και μια σταλιά. Δεν είναι μια σταλιά…

Καλά και ‘συ σαν εμένα είσαι, έλειπες καιρό. Πάει ξέχνα το, δεν είναι πια τα καρπούζια όπως τα ‘ξερες, εκείνα τα μεγάλα πράγματα των 5, 6, 10 κιλών που έπιανες δυο και δεν ήθελες γυμναστήριο για μια βδομάδα. Βρε, σου λέω, έχουν αλλάξει. Δεν έχουν εκείνες τις εναλλαγές με τις ρίγες, μία χλωροπράσινη, μια πρασινοκίτρινη, μια χλωροπράσινη, μια πρασινοκίτρινη. Εχουν το άλλο χρώμα εκείνο το σκούρο το πράσινο αλλά αυτό δεν είναι πρωτοτυπία, εκτός αν στο μεταξύ έχουν βγει σομόν καρπούζια, αλλού είναι το θέμα.

Είναι μικρά έχουν και άλλο όνομα, sugar baby τα λένε (ή μήπως, baby sugar, δεν θυμάμαι πώς μου το’ παν). Πας στο μανάβη, ξέρεις, το λεβεντονιό με την μπάκα να καλύπτει τη ζώνη στο σορτσάκι που άμα το δαγκάσει σκύλος θα λυσσάξει και του λες κάτι σαν «κυρ Μήτσο δώμου ένα σούγκαρ μπέιμπι», να περάσει μπάτσος απ’ έξω, να σας νομίσει για κύκλωμα παιδεραστών και να σας πάει σούμπιτους μέσα. Πόσο μπέιμπι είναι το σούγκαρ μπέιμπι;

Πώς ήταν το καρπούζι θυμάσαι; Καμία σχέση, τώρα έχουν γίνει μίνιμαλ, είναι urban design, μπαίνεις στο ταξί και ο ταρίφας δεν το παίρνει χαμπάρι, πρόοδος σου λέω. Πώς να στο περιγράψω, είναι σαν μικρό αργίτικο πεπόνι στο πιο στρογγυλεμένο του. Α, του κοτσάρουν και ετικέτα με τα στοιχεία του, να γνωριστείτε βρε παιδί.

Τι λες; Αν το 'χω φάει; Οχι ακόμη, περιμένω να το συνηθίσω πρώτα, ανοίγω το ψυγείο, το βλέπω, το μετράω μπας και μεγάλωσε από χθες, μήπως να το κλωσήσω;

Σε λίγο καιρό να μου το θυμηθείς θα τα βγάζουν σε νούμερα, extra small, small, medium, δεν θα ‘χει large, large θα είναι το άλλο το παραδοσιακό. Τώρα, αν μένεις σε κανένα Λονδίνο ή στην Αμέρικα μπορεί και να γελάς που ο μπούρτζος στην Αθήνα ανακάλυψε το 2006 τα καρπούζια μινιόν, τι να σου πω, άμα δω και κανένα πλανόδιο μανάβη να διαλαλάει από το διαλυμένο τηλεβόα τα σούγκαρ μπέιμπι και να φορά και καμιά Gucci σαγιονάρα, θα την κάνω από την πόλη να μπει το φθινόπωρο και να περιμένω νέες εκπλήξεις από τίποτα σταφύλια γκράντε.

Μωρέ τι το σκέφτομαι, την κάνω, τα λέμε το Σεπτέμβρη, το κλειδί είναι κάτω από το χαλάκι και αν θυμηθείς να μου ποτίσεις και τη γλάστρα (με τα σούγκαρ μπέιμπι, τελικά λες να’ ναι μπίζνα οπορτούνιτι;) αν το θυμηθείς, φιλιά...

Techno-tip για εγκλωβισμένους

(μη μου πεις πως δεν στα λέω)

Ανεβαίνεις την Κηφισίας, στο δεύτερο φανάρι της Φιλοθέης, στο ύψος του Habitat, κάνεις αριστερά. Ανεβαίνεις τη λεωφόρο που δεν θυμάμαι το όνομά της, στη δεύτερη μεγάλη διασταύρωση έχει ένα σαμαράκι που το φόραγε προϊστορικό γαϊδούρι απόγονος των βροντοσαύρων, λίγη προσοχή.

Στην πλατεία που θα συναντήσεις κάνεις δεξιά, αμέσως μπαίνεις σε μια άλλη, μεγαλύτερη πλατεία. Κάνεις σχεδόν τα 3/4 του κύκλου, αμέσως μετά το περίπτερο που θα δεις στο αριστερό σου χέρι θα κάνεις δεξιά. Στο πρώτο στενό θα μπεις δεξιά και στα 100 μέτρα περίπου θα βρεις την Παλιά Αγορά της Φιλοθέης, σιγά το νέο. Δεν ξέρω πώς και γιατί, ο τύπος που το ‘χει έχει εγκαταστήσει ένα τσαμπέ Wi-Fi να γλύφεις και τα δάχτυλά σου.

Δίνει μια ονομαστική ταχύτητα 54 Mbps, θα κάνεις τη δουλειά σου άνεταμε τα τζιτζίκια να σου σιγοντάρουν. Βαβούρα δεν έχει, ο καφές είναι από μέτριος ως αξιοπρεπής ανάλογα με τα κέφια τους, αν βρεις και εδώ πρόβλημα στο παρκάρισμα, τι να σου πω, σ’ έχουν φασκελώσει όλοι οι θεοί αντάμα, φύγε από την πόλη όσο προλαβαίνεις.