25.6.06

Οδικός χάρτης κουλουβάχατα

(πω πω Βενιζέλοι...)

Αντε και πες πως μετονομάζεται η Βασιλίσσης Σοφίας σε Ανδρέα Παπανδρέου και η Βασιλίσσης Αμαλίας σε Κων/νου Καραμανλη και άντε πες πως μας το φυτεύουν στο κεφάλι και ως δια μαγείας χρησιμοποιούμε από την επόμενη κιόλας μέρα τα νέα ονόματα. Και καλά με τον Καραμανλή, πες πως δεν θα τα μπερδέψει κανείς, μία λεωφόρο Καραμανλή έχουμε στο Μενίδι και μία οδό μεταξύ Περάματος και Κερατσινίου. Από Παπανδρέου να δεις τι γίνεται. Εχουμε 4 δρόμους και λεωφόρους με το όνομα του Ανδρέα σε Λιόσια, Ρέντη, Βάρη και Γλυφάδα (ταξική ομόνοια, γουάου) και 19 με το όνομα του πατέρα του, του Γεωργίου, συν μία πλατεία Γ. Παπανδρέου στη Νέα Ερυθραία.

Κάτσε τώρα που τα θυμήθηκα να σου πω και τα υπόλοιπα. Ο κόντε Καποδίστριας έπεσε χτυπημένος μπαμπέσικα στο Ναύπλιο αλλά η πατρίς μάλλον θέλει να ξεχάσει αυτό το ατυχές περιστατικό και το όνομα του κυβερνήτη είναι σε 44 δρόμους κάθε διαστάσεων στο Λ.Α. (Λεκανοπέδιο Αττικής, ευφυολόγημα είναι αυτό τώρα;).

Ο Οθωνας είναι σε 16 δρόμους, ο στρατηγός Μακρυγιάννης σε 45 (ναι, αλλά αυτός δεν κυβέρνησε, α,τώρα που το βρήκα, ο Κολοκοτρώνης είναι σε 62), ο Χαρ. Τρικούπης σε 29, ο Ν. Πλαστήρας σε 41, ο Παπάγος σε 27 (τι Παπάγος τι Πλαστήρας σού λένε μετά) και ο Βενιζέλος σε 66 (χώρια το αεροδρόμιο). Η πλάκα, τώρα, με το Βενιζέλο είναι πως ενώ το όνομά του υποτίθεται πως έχει δοθεί στο δρόμο a.k.a. Πανεπιστημίου και καθώς στο παρελθόν είχε γίνει μια προσπάθεια να μετονομαστεί η Βασιλίσσης Σοφίας, το οδόραμα του Flash (απ’ όπου τα μάζεψα όλα τούτα, τι κάνει ο άνθρωπος κ.τ.λ. κ.τ.λ.) βγάζει στην Αθήνα ως Βενιζέλου ένα μίζερο και κακορίζικο στενό στους Αμπελοκήπους πίσω από την Τσόχα. Ασχετος ο συνειρμός, αλλά ο Ελύτης είναι σε 3 δρόμους, ο Σεφέρης σε 23, ο Ρίτσος σε 8, ο Παλαμάς σε 42, ο Καβάφης σε 13, ο Καζαντζάκης σε 27 και ο Ομηρος σε 35.

12.6.06

Μαζική Επίθεση... άλλη φορά

(κομσί, κομσά)

Τηλεγραφικά: Γήπεδο (όχι Στάδιο) Καραϊσκάκη, Παρασκευή βράδυ. Περίπου 8.000 στη συναυλία των Massive Attack. Με τα πάνω και τα κάτω της... Ηχος μέτριος... Ελειπε η σπιρτάδα... 'Η έτσι μου φάνηκε... Ο αναμενόμενος χαμός στο Unfinished Sympathy... Βοήθησε το ψυχοβγάλτικο της εισαγωγής... Συμπαθητικά ήταν, σαν το ξαφνικό φθινόπωρο που έχει κάτσει στη σκάλα του καλοκαιριού. Αλλά ως εκεί... Λες να το γεμίσουν οι Roxy Music; Μια απορία και αυτή...

7.6.06

Εχεις ένα δεκάρικο;

(restore...) Η ιστορία του Αλεξ... το λακριντί στα ΜΜΕ... flashback:

Το σχολείο μου ήταν σχολείο σχεδόν ολοήμερο, άνοιγε το πρωί έκλεινε μετά τις 9-10 το βράδυ, φύλακα για τη νύχτα δεν είχε. Δυο βήματα από την πλατεία Βάθη, Βάθης πώς σκατά τη λένε... Δυο νηπιαγωγεία, άλλα τόσα δημοτικά, ένα κανονικό αλλά απογευματινό λύκειο, ένα εσπερινό γυμνάσιο δηλαδή νυχτερινό, σε κοινή αυλή με δύο κτίρια που το παλαιότερο είχε και μαρμάρινη επιγραφή. Θεμελιώθηκε (ή εγκαινιάστηκε;) από τον Γ. Παπανδρέου, υπουργό Παιδείας το 1931 στην κυβέρνηση Βενιζέλου. Στους σεισμούς του ’81 γλίτωσε στο παρατσάκ την κατεδάφιση, για ένα χρόνο περίπου τη βγάλαμε στο δεύτερο κτίριο του συγκροτήματος, από το υπόγειο ως τον τρίτο όροφο. Τσιμεντωμένη αυλή με έναν τεράστιο καλοθρεμμένο ευκάλυπτο στη μια άκρη, μάλλον είχαν διαρροές οι αποχετεύσεις από τις διπλανές τουαλέτες, είχε γίνει το δέντρο θηρίο. Μας είχε γράψει και η «Πρώτη» ξέρεις, όχι για τον ευκάλυπτο... Εγραφε περίπου ότι σε ένα σχολείο στην Αθήνα 2.000 μαθητές (τόσους μας είχε βγάλει) κινούνται σε έκταση 2.000 τετρ. μέτρων, σε κάθε κεφάλι αναλογούσε λιγότερος χώρος από εκείνο που παραχωρεί το ελληνικό κράτος στους νεκρούς. Νομίζω πως το είχε γράψει ο Παύλος ο Τσίμας, για μάς έγραφε... Είχαμε κάνει και πορείες, είχαμε βάλει μπροστά τα Κνιτάκια γιατί δεν ξέραμε πώς διάολο πάνε στο υπουργείο Παιδείας. Περπατούσαμε μέσα στους δρόμους, κάμερες δεν μας ακολουθούσαν, μετά από χρόνια έμαθα πως βρήκε ο οργανισμός σχολικών κτιρίων ένα γειτονικό κτίριο. Τέλος πάντων χαλάλι ο ποδαρόδρομος... Δεκαετία ’80, τρία χρόνια στο γυμνάσιο απέναντι από το πηγμένο συγκρότημα, ο θεός να το κάνει συγκρότημα. Μια παρέα πιτσιρικάδων χάνονταν στις τουαλέτες. Σακούλες με βενζινόκολλα άλλαζαν χέρια, έλεγαν, χάπια, συμπλήρωναν. Πρέζα το σχολείο δεν είχε, είχε η πλατεία δίπλα. Τους γονείς μας φρόντιζε να τους τρομοκρατήσει ο Δαλιανίδης. Η ΕΡΤ/ΥΕΝΕΔ έδειχνε ένα βράδυ μια άλλη ταινία με έναν τζάνκι να ετοιμάζει τη δόση του. Επαθαν overdose οι τηλεθεατές, δεν άντεξαν τη φρίκη φάτσα κάρτα στο σαλόνι τους, έσπασαν τα τηλέφωνα στην Αγία Παρασκευή, ειδοποίησαν τον εισαγγελέα, η προβολή έμεινε στη μέση. Ο υπεύθυνος προγράμματος έλαβε το μήνυμα, το ‘ριξε στο Δαλιανίδη... Τρόμαξε και η γυμνασιάρχης είπε να λάβει μέτρα προστασίας, έβαλε λαμαρίνες στα κάγκελα που χώριζαν το γυμνάσιο. Τα βάψανε στο χρώμα των κάγκελων, σκούρο πράσινο. Για ένα χρόνο κάθε διάλειμμα ξεκινούσε με το βαθύ πράσινο της λαμαρίνας να σου σκάει στα μούτρα... Να αποκόψουμε τους εξωσχολικούς, δικαιολογήθηκε η γυμνασιάρχης και άντε να της πεις πως το μόνο που ήθελες ήταν να βλέπεις στο δρόμο... Τους εξωσχολικούς που ποτέ δεν είδαμε μέσα. Ιστορίες με δράκους για σύριγγες φορτωμένες ηρωίνη που οι άγνωστοι πετούσαν σε παρέες παιδιών για να τα εθίσουν...

Τα άλλα παιδιά πάντως χάνονταν στις τουαλέτες. Οταν έφευγαν από το σχολείο τους έβρισκες συνήθως στη Βικτώρια, κυρίως, με μια φαλτσέτα ή με κάτι σαν φαλτσέτα στο χέρι. Ψευτοπέτσινα μπουφάν. Τσαμπουκάδες στις καφετέριες με κανένα ποτήρι να σπάει στις βρώμικες πλάκες πάνω στην αντάρα.... Χάνονταν για δυο τρεις ημέρες εμφανίζονταν ξανά σαν να μην έτρεχε τίποτα. Στην αρχή απαιτούσαν «δώσμου ένα δεκάρικο», με τον καιρόο τόνος της φωνής άλλαζε «ρε φίλε, έχεις να μου δώσεις ένα δεκάρικο» και στα μάτια ένα «βλέμμα απλανές» όπως είχαν πεις στους καθηγητές να περιγράφουν το βλέμμα του εξαρτημένου όταν μιλούσαν στα παιδιά για «τις ολέθριες επιπτώσεις του χασίς και των άλλων ναρκωτικών»... Ενας ένας άρχισαν να εξαφανίζονται. Κάτι απόηχοι να μιλάνε για κλινικές, για αποτοξίνωση, για φυλακές και αναμορφωτήρια, παιδιά 13, 14, 15 χρονών τότε. Εμειναν (μείναμε, μάλλον) οι άλλοι οι λιγότερο θυμωμένοι, δαρβινικό ίσως... Το λύκειο, στο σχολείο ρεφενέ, αν το τελειώσαμε οι μισοί απ’ όσοι είχαμε πρωτοβρεθεί έξι χρόνια πριν είναι ζήτημα. Νεκρό από τσαμπουκά δεν άκουσα να είχαμε ποτέ, ψέματα, σβήσε το άκουσα, δεν είχαμε, όχι, ποτέ... Είχαμε από νοθευμένες δόσεις όχι όμως στην πλατεία Βάθη, Βάθης πώς σκατά τη λένε. Στις φυλακές μπορεί, στα αναμορφωτήρια ίσως, τι να σου πω. Συμμορίες ανηλίκων λες... Αστα να πάνε στο διάολο, τα θυμήθηκα και δεν ξέρω και αν αξίζει που τα θυμήθηκα...

Ανθολόγιο κλισέ

(λεξιλογικός πλούτος)

Σιγά μην περίμενες να στα γράψω, αλλά πάρε μερικά να σου βρίσκονται, να ξέρεις και τι ακούς δηλαδή...

Ανήλικα παιδιά: Φυσικά υπάρχουν και τα ενήλικα παιδιά, π.χ. όταν λέμε «ψιτ, παιδί» αναφερόμενοι στο σερβιτόρο του καφενέ για να μας πατήσει τον αργιλέ.

Αθώα θύματα: Ολοι ξέρουμε πως υπάρχουν και ένοχα θύματα, όπως επίσης θύματα που άσκησαν έφεση.

Θρασύτατοι ληστές: Σε πείσμα της τηλεοπτικής εγκληματολογίας δεν έχουν εμφανιστεί συνεσταλμένοι ληστές που θα προσέγγιζαν το (αθώο) θύμα τους κοκκινίζοντας και λέγοντας «εμ, συγγνώμη, μπορώ να πάρω λίγο την τσάντα σας και να σας σύρω δέκα μέτρα στην άσφαλτο;»

Αφωνη η κοινή γνώμη: Οταν δεν προκύπτει κάτι εξαιρετικό η κοινή γνώμη δεν βάζει γλώσσα μέσα της. Αλήθεια λέω, την έχω γειτόνισσα, γλωσσού σου λέω...

Αποκλείει η κυβέρνηση: Μεταφράζεται σε δύο διαφορετικά πράγματα. Είτε η κυβέρνηση θα πράξει τελικά αυτό που αποκλείει υπό την πίεση της (άφωνης;) κοινής γνώμης, είτε θα πέσει γερό ψέκασμα ή ματσούκι από τους μπάτσους στην περίπτωση που ζητήσετε αυτό για το οποίο γίνεται λόγος - μουλάρια.

Αλλος ένας χρόνος: Προμηνύει δυσάρεστη εξέλιξη, κυρίως στα οικονομικά θέματα, βράσε ρύζι, άλλως γάματα...

Ανθρωποκυνηγητό έχει εξαπολύσει η Αστυνομία: Παρκάρεις σε στενό πάνω από τα Εξάρχεια; Ελα ‘δω μη σου γα^$*& την Πα#»$(! παλιοπ%^$@# και βγάλε τα χέρια από το παράθυρο να σε βλέπω

Βρισκόμαστε στο σημείο: Που πριν από τρεχαγύρευε πότε έγινε τροχαίο/ληστεία, πάντα με αθώα θύματα. Οι περαστικοί ασυναίσθητα φτιάχνουν τη φράντζα μην τυχόν βγουν στο γυαλί από σπόντα το βράδυ.

Απίστευτη ταλαιπωρία: Την τελευταία ημέρα της προθεσμίας στην Εφορία, την Τράπεζα, το ΚΤΕΟ, την Πολεοδομία ή την Εκκλησία (ακολουθεί Σαρακοστή). Βλέπουν οι μουντρούχοι κάμερα, δεν υπάρχει κρα-κρα-κράτος αλαλάζουν, οι κόνδορες κάνουν απειλητικούς κύκλους πάνω από τα κεφάλια των υπαλλήλων που με απόγνωση βλέπουν τον αφρό του φραπέ να στεγνώνει επικίνδυνα.

Στα ύψη: Στις περιόδους μη αιχμής συμπληρώνεται συνήθως από λαχανικό ή φρούτο που είναι εκτός εποχής. Ασε κύριε αποτέτοιε μου, limitup κάνανε σήμερα τα πορτοκάλια Ισραήλ...

Το τσεκούρι της εξέλιξης

(συνέχεια από το προηγούμενο)

Γαμώτο...

1.6.06

Φσσσστ!!

(μπόινγκ)

Σύνταγμα, μέρα απόγευμα κατά τις 5 και βάλε. Κόσμος πάει και ‘ρχεται και οι περισσότεροι φτερνίζονται και όσοι δεν φτερνίζονται τρίβουν τα μάτια τους. Ψάχνεις να βρεις πού είναι ο Χριστόδουλος με στρινγκ και τρίβουν όλοι τα μάτια τους, τζίφος. Στο μεταξύ αρχίζει και σε τρώει η μύτη σου. Σε ξανατρώει, αν είναι προμήνυμα για καβγά θα χορτάσω ξύλο, ασήκωτο θα με κάνουν. Ποιοι όμως...

Μια κυρία δίπλα μιλάει στο κινητό της «έριξαν καπνογόνα», ποια καπνογόνα μαντάμ... Το μόνιμο μπέρδεμα της γραβάτας με τα σώβρακα, τα δακρυγόνα τα λένε καπνογόνα και τα βέλη στις πινακίδες και τους δρόμους τα λένε τοξάκια. Είχαν πορεία, λέει, πιο πριν κατά τα άγρια μεσημέρια με ντάλα τον ήλιο από πάνω, οι φοιτητές και έφτασαν κάπου ως τη Βουλή, τους περίμεναν απ’ έξω τα ΜΑΤ και επειδή δεν ήθελαν να μπουκάρει κανείς και μαγαρίσει το μαγαζί, τους ψέκασαν. Εχουν γίνει οι μπάτσοι μη μου άπτου, μοδίστρες τους έκανε ο Πολύδωρας, πάει ο παλιός καιρός που σ’ έπαιρναν στο κατόπι κραδαίνοντας το γκλομπ να σου σπάσουν κανένα παϊδι με την ασπίδα. Τώρα έχουν άλλη μόδα, με το που κάνεις πως τους πλησιάζεις σε ψεκάζουν. Τι σκατά, κατσαρίδα είμαι;

Είναι και ο καθένας τους καμιά 80αριά κιλά όταν μπαίνει στην υπηρεσία, βάλε τα σουβλάκια όταν έχουν βάρδια στην Μπουμπουλίνας και τις κοκακόλες, σε δυο τρία χρόνια έχει γίνει ο μπούλης τρίκωλος. Πρόσθεσε εξαρτύσεις, άρβυλα, μάσκες και κέρατα δίφορα, το μόνο που δεν μπορείς να πεις για τον μπάτσο είναι πως δεν σου γεμίζει το μάτι. Τον πλησιάζεις να ρωτήσεις πού είναι η Εδουάρδου Λω, πάρε έναν ψεκασμό και άμα κρυολογήσεις το 2007 να με χέσεις. Ακούνητος ο Ματατζής που τον εβάλαμε με μέσο γιατί δεν τα ‘παιρνε το παιδί τα γράμματα και υποχρεωθήκαμε στο βουλευτή, πατάει το κουμπί τσίμπα ένα νέφος για προσωπική χρήση να σου βρίσκεται.

Καλοκαίρι είναι, φυσάει με το σταγονόμετρο, περνάνε δυο ώρες από τον τσαμπουκά και μετά έχεις απορία γιατί όλοι φτερνίζονται σαν τα γατιά λες και τους σκέφτηκαν οι παλιές τους αγάπες και το ΙΚΑ που τσεκάρει το τεφτέρι με τα βερεσέδια.

Ντιντήδες γίνανε και οι μπάτσοι, την κωλοδεξιά μου μέσα...