8.9.07

Στη φάρμα της Γιαγιάς Πρεμούρας

(Νακ Μακ Φιγκλς που χρειάζονται)

Το βογκητό κουτρουβάλησε στο ξέφωτο, απ’ άκρη σ’ άκρη, θρηνητικό όσο κι ένας μήνας μονάχα με Δευτέρες.

«... ρρρρρρρααααααααουουουουουουου...»

Ακούστηκε σαν ζώο που πονάει φριχτά. Ομως στην πραγματικότητα ήταν ο Οχι-και-τόσο-μεγάλος-όσο-ο-μίντιουμ-Τζοκ-αλλά-μεγαλύτερος-από-τον-μικρό-Τζοκ-Τζοκ, που καθόταν πάνω σε μια στοίβα χιονιού με το ένα του χέρι πιεσμένο στην καρδιά τoυ και το άλλο τεντωμένο, πολύ θεατρικά.

Στριφογύριζε κι αυτός τα μάτια του.

«... ουουουουουουουου...»

«Αχ, πράμα σκληρό ο στοχασμός», είπε ο Κλεφτρόναλντ σκεπάζοντας τ’ αυτιά του με τα χέρια του.

«... κι είναι βαρύς ο χωρισμός... απ’ τη Νεραϊδοχώρα, που με παράπονο πολύ...» βόγκηξε ο μαχητής, «βλέπουμε να ‘χει διαλυθεί, απ’ άκρου σ’ άκρο τώρα...»

Στον αέρα τα ιπτάμενα πλάσματα σταμάητσαν την επίθεση κι άρχισαν να πανικοβάλλονται. Κάποια από αυτά πετώντας έπεφταν το ένα πάνω στο άλλο.

«Με τόσο μεγάλο αρρριθμό καθημερρρινών ατυχημάτων» απήγγειλε ο Οχι-και-τόσο-μεγάλος-όσο-ο-μίντιουμ-Τζοκ-αλλά-μεγαλύτερος-από-τον-μικρό-Τζοκ-Τζοκ, «όπου μετά λύπης μου περρριλαμβάνεται και μια επιδρρρομή ιπτάμενων πλασμάτων, κατά τα άλλα ελκυστικών...»

Τα πετούμενα τσίριζαν.Κάποια βρόνητξαν στο χιόνι, αλλά όσα ήταν ακόμα σε θέση να πετάξουν έφυγαν σμάρι ανάμεσα στα δέντρα.

«...που ζήσαμε όλοι σήμερα, αλλά κρίμα... κρίμα να το γιορρρτάζουμε με τόσο άθλια ρίμα!» φώναζε ξοπίσω τους ο Οχι-και-τόσο-μεγάλος-όσο-ο-μίντιουμ-Τζοκ-αλλά-μεγαλύτερος-από-τον-μικρό-Τζοκ-Τζοκ.

Κι έγιναν καπνός.

Οι Φιγκλ σηκώνοντας από το έδαφος. Κάποιοι αιμορραγούσαν στα σημεία όπου τους είχαν δαγκώσει τα ξωτικά. Κάμποσοι είχαν κουλουριαστεί στο χώμα και βογκούσαν.

Η Τίφανι κοίταξε το δάχτυλό της. Το δάγκωμα του ξωτικού είχε αφήσει δυο μικροσκοπικές τρύπες.

«Ελα μωρέ, σιγά τα λάχανα» φώναξε ο Κλεφτρόναλντ από κάτω. «Κανέναν δεν παραπλάνησαν, εκτός από ελάχιστες περιπτώσεις παιδιών, που δεν έβαλαν εγκαίρως τα χέρια τους στ’ αυτιά τους».

«Είναι καλά;»

«Α, θα ‘ναι μια χαρά με λίγη ψυχολογική στήριξη».

Πάνω στη στοίβα του χιονιού, ο Ουίλιαμ χτύπησε τον Οχι-και-τόσο-μεγάλο-όσο-ο-μίντιουμ-Τζοκ-αλλά-μεγαλύτερο-από-τον-μικρό-Τζοκ-Τζοκ στον ώμο με φιλική διάθεση.

«Αυτό, αγόρι μου» είπε με καμάρι, «ήταν από τα χειρότερα δείγματα ποίησης που έχω ακούσει εδώ κια καιρό. Ηταν προσβλητικό για το αυτί και βάσανο για την ψυχή. Οι δυο-τρεις τελευταίοι στίχοι χρειάζονται λίγη δουλειά ακόμα, αλλά το μουγκρητό το πέτυχες τέεελεια. Και με... και με πολύ αξιέπαινη προσπάθεια! Θα σε κάνουμε μενεστρέλο στο άψε σβήσε, εσένανε!»

Ο Οχι-και-τόσο-μεγάλος-όσο-ο-μίντιουμ-Τζοκ-αλλά-μεγαλύτερος-από-τον-μικρό-Τζοκ-Τζοκ κοκκίνησε πανευτυχής.

(Χιλιάδες Νάνοι κι Ενα Τηγάνι, του Τέρι Πράτσετ)

Δεν υπάρχουν σχόλια: