22.4.05

Τις ζάντες, βρε, τις ζάντες

(η καλή μέρα...) Λοιπόν, δώσε βάση. Ανεβαίνω τη Σκουφά κατά τις 10 το πρωί, πηξηματάκι, ένας ταρίφας πίσω κορνάρει κάθε φορά που βλέπει το φανάρι πράσινο, άσχετα αν είμαι εγώ ο 5ος και αυτός ο 6ος στην ουρά, δεν δίνω σημασία, η Αφροδίτη στο ράδιο βρίσκεται στη συνηθισμένη της κρίση ευτυχίας που την πιάνει τις Παρασκευές, ωραία μέρα, ζεστούλα, παίζουμε όλοι μαζί το νεκρά - πρώτη - δευτέρα, περνάμε πανέμορφα. Αφηρημένος κοιτάω γύρω μου, εντοπίζω δέντρα που κινούνται δύο αυτοκίνητα μπροστά από μένα επί της Σκουφά. Ελα σύνελθε τα δέντρα δεν περπατάνε, μωρέ τούτα εδώ κουνιούνται, μπορεί να το κάνουν αργά αλλά κουνιούνται! Να πεις πως δεν έχω πιει και καφέ... τέλος πάντων, το μυστήριο λύνεται (δικαιολογούμε κύριε πρόεδρε λόγω αφηρημάδας;), πρόκειται για αγροτικό, κλασική ντατσουνιά που πουλάει χώματα, γλάστρες, λουλούδια και έχει κοτσάρει και μερικά δέντρα στην καρότσα. Η οποία καρότσα, έχει κάτσει από το βάρος. Στο μεταξύ η ντατσουνιά κάνει δεξιά, περνάω από δίπλα, μπροστά το μποτιλιάρισμα καλά κρατεί, χαζεύω το όχημα από το πλάι και μετά με την άνεσή μου από τον καθρέφτη. Ετσι κι αλλιώς με αυτή την κίνηση που έχει στο τέλος θα γίνουμε όλοι μας φίλοι... Οδηγός και άλλοι δύο στην καμπίνα, σκουρόχρωμοι, προφανέστατα αθίγγανοι. Ο οδηγός στο ρόλο και του εκφωνητή. "Ελα να πάρεις χώμα, ωραία λουλούδια έχω", λέξη δεν λέει για τα δέντρα ένεκα που αυτά φαίνονται, τι φαίνονται δηλαδή μπαμ κάνουν, δεν χρειάζονται διαφήμιση, λογικό μου φαίνεται. Οι άλλοι δύο δίπλα ξύνουν πατσές, χαζεύουν τον κόσμο στα πεζοδρόμια. Και ερχόμαστε τώρα στο όχημα. Σου 'χω ήδη πει ότι έχει κάτσει από το βάρος του εμπορεύματος. Η λαμαρίνα σε ένα κόκκινο χρώμα που έχει σκάσει μεριές μεριές. Το καπό πηγαίνει κυματιστά, σαν κάτι τσιπς, τέτοιο πράγμα. Η μηχανή βήχει σαν παππούς 800 χρονώ που καπνίζει ταμπάκο στριμμένο σε καλαμποκόφυλλο. Γενικότερα η ντατσουνιά δείχνει να έχει φάει τα ψωμιά της, έχοντας στο ένδοξο παρελθόν της οργώσει κάμποσες φορές, ξέρω 'γω, τον κάμπο της Αργολίδας φερ' ειπείν. Ωρα είναι τώρα να τινάξει τα πέταλα η μηχανή, να ξαμολυθούν οι λαμαρίνες και να γεμίσει χώματα, γλάστρες και πηλούς το σύμπαν. Σε ένα τέτοιο αυτοκίνητο, λοιπόν, τι έχει κάνει, νομίζεις, ο θεός, ο απίστευτος, ο μάγκας ο καραμπουζουκλής ο οδηγός. Του 'χει φορέσει κάτι ζάντες αγωνιστικές που πρέπει να κοστίζουν όσο το υπόλοιπο αυτοκίνητο. Απίστευτο σου λέω, εισαγωγή σε μια σουρεαλιστική μέρα. Εχεις τις ζάντες που φυσάνε σου λέω και το υπόλοιπο αυτοκίνητο τρέμει ο κώλος του να βγει η ψυχή του... Φτάνοντας στο γραφείο, πάω να πάρω καφέ, ένας συνάδελφος έχει κρεμάσει στο άσχετο από το ταβάνι την ελληνική σημαία. Σαν σε τρελάδικο αρχίζει να γίνεται η κατάσταση... Εσύ, ακόμη να κατεβάσεις τους διακόπτες; Ελα, πάμε να βγούμε έξω, ο κόσμος έχει πλάκα σήμερα...

3 σχόλια:

stavros είπε...

Πάλι καλά, νόμιζα ότι είμαι ο μόνος που βάρεσε μπιέλα σήμερα...

Με τις υγειές μας!

Ανώνυμος είπε...

- Αυτά τα στρογγυλά στο πλάι του αυτοκινήτου δεν είναι τα τάσια; Νόμιζα ότι οι ζάντες είναι κάτι μεταλλικό πιό μέσα που στραβώνει όταν καβαλάω πεζοδρόμια -δε βαριέσαι μην απαντήσεις: ερώτησις ασχέτου είναι..
- Το περίεργο της ημέρας είναι ότι όταν έβλεπες όλα αυτά που περιγράφεις πιθανότατα βρισκόμασταν πολύ κοντά (από γεωγραφικής απόψεως).
- Δεν είναι φοβερό που σ'αυτή την εντελώς τρελλή πόλη κάθε μέρα βλέπει κανείς κάτι σουρεαλιστικό; Πότε μ'αρέσει και πότε με εκνευριζει, αλλά πολύ συχνά με εκπλήττει..

NickTheCreek είπε...

Σταύρο, μα γιατί πέρασε κάτι τέτοιο από το μυαλό σου :)

Ιφιμέδεια, οι ζάντες είναι αυτοί οι μεταλλικοί κύλινδροι στους οποίους τοποθετούνται τα ελαστικά, το τάσι "κουμπώνει" στο εξωτερικό της ζάντας, εκτός και αν έχουμε καμία εφετζίδικη ζάντα (περίπτωση ντατσουνιάς)οπότε δεν χρειαζόμαστε τάσια. Αντε, σοφότερη έγινες σήμερα :)
- Τελικά η Αθήνα δεν είναι πόλη, μεγάλο χωριό είναι, όλοι γύρω γύρω από τα ίδια τριγυρνάμε
- Πλάκα πλάκα το καλύτερο βιβλίο της Αθήνας θα μπορούσε να το γράψει ταξιτζής, απορώ πώς δεν το 'χει σκεφτεί κανείς τους